- σεστέτο
- και σεστέττο, το, Νβλ. σεξτέτο.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
σεστέτο — το (λ. ιταλ.), άσμα ή μουσική σύνθεση που εκτελείται από έξι φωνές ή όργανα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
σεξτέτο — και σεστέτο και σεστέττο, το, Ν μουσ. σύνθεση για έξι όργανα ή έξι φωνές. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. sestetto < ιταλ. sesto «έξι» < λατ. sex «έξι»] … Dictionary of Greek